Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2006

Θέλω να μπορώ να αρρωστήσω!

Τελικά έφυγα από τη δουλειά νωρίτερα την Τρίτη, δεν αισθανόμουν πολύ καλά!


Σημείο 1ο: Πριν φύγω από τη δουλειά νωρίτερα (και μη φανταστείτε πολύ, καμιά ώρα δηλαδή), εντελώς συμπτωματικά πέρασε ο διευθυντής έξω από το γραφείο μου. Αντικρίζοντας ο άνθρωπος ένα βουνό από μυξομάντιλα να βγαίνουν έξω από το γραφείο μου και μια seanίτσα με μια μύτη ως άλλη κόκκινη πιπεριά, να προσπαθεί να δουλέψει στον υπολογιστή της, πλησιάζει.
- "Τι γίνεται Μ. όλα καλά;"
- "Εεε τι καλά, δεν αισθάνομαι και πολύ καλά κ.Γ."
- "Το βλέπω ..."
και φεύγει...

Σημείο 2ο: Ενημερώνω τον τομεάρχη μου ότι δεν είμαι καλά και ότι θα φύγω νωρίτερα :
- "Έλα Γ. θα φύγω τελικά γιατί δεν αισθάνομαι καλά."
- "Να φύγεις παιδί και περαστικά σου"
- "Ευχαριστώ"
- "Και αν θες να λείψεις και αύριο δεν υπάρχει πρόβλημα"
- "Θα δω πώς θα πάει και θα σου πω"

Πώς οδήγησα μέχρι το σπίτι ένας Θεός το ξέρει. Σαν κάτι γιαγιάδες με μεγεθυντικούς φακούς για γυαλιά οράσεως, κολλημένες στο τιμόνι ... εε κάπως έτσι κι εγώ μόνο που αντί για γυαλιά οράσεως εγώ διέθετα 2 μάτια κατακόκκινα και μισόκλειστα, σαν κουμπότρυπες.
Στο σπίτι έκανα ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να αισθανθώ καλύτερα. Χοντρά ρούχα, τσάγια, πορτοκαλάδες, σούπες, ύπνος, παυσίπονα, σταγόνες για τη μύτη, αλλά και ζεστή αγκαλίτσα! Αμέ, τόλμησε κάποιος εμβολιασμένος να έρθει να με γιατροπορέψει!
Αλλά παρόλα αυτά τα μυξομάντιλα, μυξομάντιλα και τα συρματοπλέγματα στο λαιμό, συρματοπλέγματα! Οπότε αποφάσισα να μην πάω στη δουλειά την άλλη μέρα.
Είχα βάλει ξυπνητήρι στις 7:00 π.μ. να πάρω τηλέφωνο να ειδοποιήσω ότι δεν θα πάω! Αλλά η ταλαιπωρία της προηγούμενης βραδιάς που δε με άφησε να καλοκοιμηθώ, με παρέσυρε στο να ξανακοιμηθώ αφού έκλεισα το ξυπνητήρι.
Οπότε στη δουλειά έγινε χαμός, με έψαχνε ο διευθυντής, δεν ήμουν πουθενά (δηλαδή στο έβδομο όνειρο ήμουνα), ρωτούσε γραμματείς και τομεάρχες και όλοι τον κοιτούσαν με το βλέμμα της αγελάδας! Άφαντη η seanίτσα!!
Τι άφαντη καλέ, είναι δυνατόν; Μα είναι δυνατόν; Κανείς δεν φαντάστηκε ότι το καμπουριασμένο κορίτσι με τα μυξομάντιλα, τα μάτια σαν κουμπότρυπες και τη μύτη πιπεριά που έφυγε την προηγούμενη ημέρα νωρίτερα, μπορεί να είναι και άρρωστο και όχι ότι κάνει κοπάνα ή ότι καθυστέρησε να έρθει; Να με καλύψουν βρε αδερφέ .. αφού :"Και αν θες να λείψεις και αύριο δεν υπάρχει πρόβλημα"..... τι να πω;
Με πήρε τηλέφωνο η γραμματέας του τομέα μας κατά τις 9:30 π.μ. και με ξύπνησε.
Από τον τάφο εγώ:
- "Ν .. α ..αι;"
- "Έλα Μ. πού είσαι;"
- "Κοιμάμαι ρε συ, δεν είμαι καλά. Δεν θα έρθω σήμερα στη δουλειά", ... έλα για νέο μας το λες; "...θα έπαιρνα νωρίτερα αλλά με πήρε ο ύπνος"
- "Ααα ΟΚ γιατί σε έψαχνε ο κ.Γ. και δεν ξέραμε πού ήσουνα και φώναζε"
- "...... φώναζε;..." πάγος
- "Ναι, εντάξει θα πούμε ότι σε πήρε ο ύπνος, επειδή είσαι άρρωστη"
- "Καλά thx Π. θα τα πούμε αύριο"
Άντε να κοιμηθώ μετά. Αισθάνθηκα τόσο χάλια και σε μια υπερένταση τρομερή ... όλα τα'χε η Μαργιωρή ο φερετζές της έλειπε.
Οπότε ξύπνησα σηκώθηκα προς στιγμή και ξαναξάπλωσα. Έγινα ένα κανονικότατο TV & DVD freak όλη την ημέρα, με διαλείμματα για την παρασκευή τσαγιών και σουπών. Αλλά και πάλι δεν καλυτέρευσα, αλλά δεν με έπαιρνε ....
Επέστρεψα σήμερα στη δουλειά τελικά.
Ένα ερείπιο θα μπορούσα να πω, δίχως υπερβολή...το κεφάλι μου βαρύ από ατσάλι, τα μάτια κατακόκκινα, η μύτη πιπεριά Φλωρίνης πλέον, το μυξομάντιλο η προέκταση του χεριού μου και σαν να μην έφταναn όλα αυτά, να έχω όλους στη δουλειά να με ρωτάνε (από μια απόσταση ασφαλείας) :
- "Μα καλά γιατί ήρθες αφού είσαι χάλια;"
- "Για να μη φωνάζει το boss . & -" ... κυνικότατη εγώ
Συναντάω και το διευθυντή στον διάδρομο (αυτόν που φώναζε ντε)
- "Τι έγινε βρε Μ. πώς είσαι;"
- "Εεε όχι πολύ καλά ακόμα" όχι παίζουμε, εξαιτίας σου ήρθα σήμερα!
- "Βρε παιδί μου να πάρεις κάτι όμως.." τα τρία μήπως? σκέφτηκα
Και το κερασάκι στην τούρτα .. μετά από 10 λεπτά με φορτώνει και με δουλειά .. και δουλειά όχι απλή, δουλειά που απαιτεί το μυαλό συγκροτημένο. Τώρα δέσαμε σκέφτηκα. Φταίω εγώ να έρθω να φτερνίζομαι πάνω του;
Και όπως όλοι βλέπετε πολύ καλά, αυτή τη στιγμή κάνω τη δουλειά που μου ανέθεσε ....
Και θα αναφωνήσω αγαπητοί αναγνώστες:
"Ούτε να αρρωστήσουμε δεν μπορούμε πια σε αυτό τον τόπο;"

"Πού είναι τα δικαιώματα των εργαζομένων;" ...μην απαντήσετε μερικοί αθυρόστομοι..
Και επειδή ξυπνάει η Παπαρήγα μέσα μου, θα συνεχίσω και θα πω, πως δεν είναι δυνατόν να εκβιάζεται έτσι ένας άρρωστος εργαζόμενος, με φωνές και ύπουλα μέσα (άλλες περιπτώσεις) και με κίνδυνο για την υγεία του, να μην μπορεί να αναρρώσει στο σπιτάκι του.
Είναι ωραίο θέαμα δηλαδή αυτό που παρουσιάζω εγώ αυτή τη στιγμή; Σαν μια κινητή μονάδα εντατικής θεραπείας είμαι, η φιάλη οξυγόνου και ο ορός μου λείπει.
Τέρμα είμαι άρρωστη και θα κάτσω σπίτι μου να γίνω καλά...και αύριο!
Κάτω η καταπίεση των υγιειών! Ζήτω η ελευθερία των αρρώστων!!
Θέλω να μπορώ να αρρωστήσω ελεύθερα!!!!!!

Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2006

Α α α αψού!!!!

Η μικρούλα seanίτσα, μάλλον την άρπαξε...

Είμαι στο γραφείο και πονάει το κεφάλι μου, η μύτη μου είναι βουλωμένη και ο λαιμός μου γρατζουνάει! Μήπως είμαι άρρωστη;
Από χθες αισθανόμουν κάτι ανατριχίλες στη δουλειά και έριχνα που και που κανα φτέρνισμα, αλλά δεν πήγε το μυαλό μου.
Εγώ; Η δυνατή; Αυτή που δεν αρρωσταίνει ποτέ;
Κι όμως ... την πάτησα ..
Αλλά θα μου πεις τα θέλει κι εσένα ο κώλος σου! Την προηγούμενη εβδομάδα είχε έρθει ένας φίλος μου από την Αμερική, ο οποίος κάνει το διδακτορικό του εκεί. Οι συνευρέσεις της παρέας λοιπόν, ένεκα του φίλου, αυξήθηκαν. Στην παρέα όμως εκτός από τον φίλο μου το Γ. εξ Αμερικής και ο φίλος μου ο Χ., αλλά και η φίλη μου η Δ. ήταν άρρωστοι .. οπότε μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη τρεις και την κακή του μέρα!!


Κάνω κουράγιο να περάσει η σημερινή ημέρα, εδώ στη δουλειά και αν όλα πάνε "καλά" δε θα έρθω αύριο!!!
Θα πάω στο σπίτι να κουκουλωθώ κάτω από τα παπλώματα, (μπορεί στο τσακίρ κέφι και αν έχω το κουράγιο, να φτιάξω καμιά σουπίτσα να φάω) και με εξαρτήματα τα χαρτομάντιλα και τα τσάγια, θα αράξω .. θα δω κανα DVD, θα διαβάσω κανα βιβλίο και αν δεν την παλέψω άλλο θα ρίξω και κανα ύπνο ...

Χμ, χμ, χμ .. ξέρετε τι λείπει από όλο αυτό το σκηνικό;

Μια αγκαλίτσα ..

Όσοι πιστοί, εμβολιασμένοι, προσέλθετε!!

Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2006

Η ηδονή της πείνας

Σήκωσε το βλέμμα από το πληκτρολόγιο και κοίταξε έξω. Πήρε λίγη ώρα μέχρι να συνηθίσει τη διαφορά της έντασης της φωτεινότητας της οθόνης με αυτή που επικρατούσε έξω. Αλλά πια φωτεινότητα; Δεν υπήρχε φως εκείνη την ημέρα. Πυκνά, γκριζωπά σύννεφα κάλυπταν τον ουρανό, όπως τα άγχη της κάλυπταν την ευτυχία της.

Ήταν ένα πρωινό, από εκείνα που νομίζεις ότι τίποτα στη ζωή σου δεν πάει καλά. Ένα πρωινό δίχως νόημα και σκοπό. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, αισθανόταν το στομάχι της να διαμαρτύρεται. Από το πρωί του είχε χαρίσει μόνο ένα ποτήρι σκέτο καφέ και μάλλον δεν είχε μείνει ευχαριστημένο.

Χαιρόταν. Ίσως η μόνη ηλιαχτίδα χαμόγελου της ημέρας (ως εκείνη την ώρα τουλάχιστον) ήταν η χαρά της πείνας.

Με την αίσθηση της πείνας είχε ανέκαθεν μια ιδιόμορφη σχέση. Μπορούσε να της επηρεάσει ολόκληρη την ψυχολογία. Όταν ήταν χορτάτη, αισθανόταν τύψεις σε σημείο να τείνει προς τη δυστυχία. Όταν πάλι πεινούσε μπορεί και να ήταν ο ευτυχέστερος άνθρωπος πάνω στη γη.

Έτσι λοιπόν και εκείνο το πρωινό πεινούσε. Αλλά χαιρόταν. Άλλωστε δεν υπήρχαν περιθώρια για παρασπονδίες. Το προηγούμενο βράδυ είχε φάει 2 σουβλάκια και δεν κοιμήθηκε από τις τύψεις. Επιπλέον, το πρωί απέφευγε, όχι μόνο να ζυγιστεί, αλλά και να κοιτάξει το «όργανο του σατανά».

Αισθανόταν λοιπόν, πως το γουργούρισμα ήταν η τιμωρία της, ένα βασανιστήριο που της άξιζε. Έλα όμως που εκείνο το μουντό πρωινό, όλα μαύριζαν την ψυχή της ... θυμήθηκε παλιές εποχές όπου η ηδονή του φαγητού αποτελούσε πρόσκαιρη ευτυχία. Το κλάμα και οι τύψεις που ακολουθούσαν δεν φαινόταν να της θυμίζουν πολλά εκείνη τη στιγμή ...

Η ημέρα προχωρούσε με τα σύννεφα να πυκνώνουν και στον ουρανό, μα και στην ψυχή της .. πόσο μόνη αισθανόταν .. λες και όλοι οι φίλοι και γνωστοί είχαν αποδημήσει, σαν τα πουλιά που χάζευε από το παράθυρο .. πόσο τα ζήλευε!

Ήθελε και αυτή να είναι ελεύθερη σαν και αυτά και ... (άκου συνειρμό) .. να τρέφεται όπως αυτά, «σαν πουλάκι»! Μόλις είχε συνειδητοποιήσει πόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή της έπαιζε το «ένοχο» φαγητό! Ακόμα και στις πιο ελεύθερες και αχαλίνωτες φαντασιώσεις της εισχωρούσε.

«Τέρμα», σκέφτηκε, «όταν πάω σπίτι, θα φάω κάτι μικρό»

Το πρωινό ακολούθησε ένα μεσημέρι το ίδιο μουντό. Η ψυχολογία της δεν είχε μεταβληθεί στο ελάχιστο. Άνοιξε το ψυγείο, περιέργως, υπήρχαν τρόφιμα μέσα. Άρχισε να τρώει .. και να τρώει .. και να τρώει .. της φαινόταν αδύνατο να σταματήσει! Τι είχε πάθει?

«Οι βουλιμικοί άνθρωποι προσπαθούν να γεμίσουν το κενό του στομαχιού τους, νομίζοντας ότι γεμίζουν έτσι τη ζωή τους!» είχε ακούσει κάποτε από ένα ψυχολόγο σε μια εκπομπή!

«Μα είμαι βουλιμική; ... Και έχω κενό στη ζωή μου;» σκέφτηκε ..

Παρακινούμενη από τον πόνο στο στομάχι της, σταμάτησε να τρώει!

Στη θέα του άδειου πιάτου της, ξέσπασε σε κλάματα .. κλάματα γοερά σαν λυγμοί που ξεριζώνουν την ψυχή της! Πόσο μισούσε τον εαυτό της!! Πόσο ήθελε να τον πληγώσει, για αυτή της την αδυναμία! Αν δεν πονούσε το στομάχι της, θα έτρωγε κι άλλο για να τον εκδικηθεί!

Ανάμεσα στα αναφιλητά της, αποφάσισε πως υπήρχε λύση, δεν είχε πάρει ακόμα το δρόμο δίχως γυρισμό .. το δρόμο προς τα έντερα!

Σηκώθηκε και έτρεξε προς το μπάνιο. Σήκωσε το καπάκι της τουαλέτας, έβαλε το δάχτυλό της βαθιά στο στόμα της, έσκυψε από πάνω από τη λεκάνη και .. έβγαλε ό,τι την «πονούσε».

Κάποια στιγμή τελείωσε. Σηκώθηκε. Τράβηξε το καζανάκι! Κοίταξε το είδωλό της στον καθρέφτη! Δεν αναγνώριζε τον εαυτό της! Ποια ήταν εκείνα τα κόκκινα, πρησμένα και υγρά δυο μάτια; Τι ήθελαν να της πουν; Πόσο ντρεπόταν να τα κοιτάξει! Πόσο ήθελε να σπάσει τον καθρέφτη για να μη χρειάζεται να τα βλέπει!

Μέσα στη δίνη αυτών των σκέψεων, ξέσπασε ξανά σε κλάματα. Ακούμπησε στα κρύα πλακάκια και αφέθηκε να γλιστρήσει. Σαν αδύναμο μωρό, κουλουριάστηκε στη γωνιά της ..

«Χα, χα .. κοίτα τη χοντρή!!»

..

«Δεν έχουμε νούμερο για σας

..

«Δεν μπορείς να ράψεις το στόμα σου επιτέλους;»

..

«Με την τάδε είστε ίδια ηλικία, μα αυτή είναι όμορφη!»

..

«Χωράς σε αυτό το μπλουζάκι;»

..

Τα φαντάσματα του παρελθόντος την επισκέπτονταν πάλι. Τη χτυπούσαν αλύπητα, εκεί στη γωνιά του μπάνιου. Και εκείνη παρατημένη τα ανεχόταν, λυτρωνόταν που είχαν γυρίσει και της θύμιζαν την παρουσία τους.

Κάπως έτσι την πήρε ο ύπνος ... και είδε για πρώτη φορά μετά από καιρό όνειρο. Ένα όμορφο όνειρο!

Ήτανε λέει όμορφη, πολλή όμορφη και άρεσε όχι μόνο στους άλλους, μα και στον εαυτό της. Τι φοβερή αίσθηση που ήταν!

Ξύπνησε .. ούτε ξέρει πόσες ώρες κοιμήθηκε!

Το στομάχι της χάλια, γύρω από τα μάτια της μαύροι κύκλοι, στο στόμα της μια ξινή γεύση ..

Σηκώθηκε, γδύθηκε και μπήκε στη μπανιέρα! Άνοιξε τη βρύση και άφησε το νερό να τρέχει! Έκλεισε τα μάτια και απόλαυσε την κάθαρση .. το αχνιστό νερό ακολουθούσε της καμπύλες του σώματός της, τους ώμους, την πλάτη, το μηρό, τη γάμπα .. ως άλλο αντρικό χέρι που ανακαλύπτει ηδονικά το σώμα της. Ένα σώμα που δεν είχε σχέση με αυτό του παρελθόντος, ένα όμορφο σώμα, με καμπύλες και «πιασίματα» μα συνάμα θελκτικό.

Έριξε το μπουρνούζι πάνω της και βγήκε από το μπάνιο. Είχε αρχίσει να ξημερώνει νέα, ηλιόλουστη ημέρα και η ίδια είχε αρχίσει να .. ανθίζει. Άφησε το μπουρνούζι να γλιστρήσει από τους ώμους της (μην μας βαραίνουν και περιττά ρούχα) και ανέβηκε στο «όργανό του σατανά»! Είχε χάσει σχεδόν 1 κιλό από την προηγούμενη ημέρα και λογικό ήταν, δεν είχε φάει τίποτα!

Ήταν τρισευτυχισμένη! Παρανοϊκή, μα χαρούμενη! Ήξερε πως το νούμερο ήταν πλασματικό, μα της αρκούσε για να χαμογελάσει!

Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου .. πόσα σπήλαια και χαράδρες μπορεί να κρύβει!

Ντύθηκε σέξι (αισθανόταν αδύνατη!), φόρεσε τις αγαπημένες της ψηλοτάκουνες γόβες, βάφτηκε τονίζοντας τα 2 μεγάλα της μάτια, χτένισε τα μαλλιά και βγήκε στον ήλιο!

Γεμάτη αυτοπεποίθηση ξεκίνησε να κατακτήσει τον κόσμο! Τίποτα πάνω της δεν μαρτυρούσε τα γεγονότα της προηγούμενης βραδιάς!

Ναι δεν είχε φάει, ναι είχε χάσει ένα κιλό και ναι αισθανόταν σήμερα .. θεά!

Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2006

Τι σου είναι η ζωή!

Έφευγε αργά το βράδυ από το σπίτι μου, για να επιστρέψει στο δικό του. Το αυτοκίνητο ακινητοποιημένο εδώ και καιρό, λόγω προβλήματος. Οπότε το ταξί φάνταζε σαν τη μόνη λύση. Στήθηκε, λοιπόν, στο δρόμο περιμένοντας ένα ταξί. Η ώρα περνούσε και ταξί (ελεύθερο τουλάχιστον) δεν εμφανιζόταν. Αποφάσισε να αλλάξει "στέκι αναμονής" μήπως άλλαζε συνάμα και η τύχη του. Η ατυχία του όμως μάλλον εκείνο το βράδυ ήταν πιστή του φίλη. Μόλις κατευθύνθηκε προς το νέο σημείο αναμονής, είδε να περνά ελεύθερο ταξί, το οποίο και τελικά έχασε.

Όλη η ιστορία ως εδώ διήρκεσε 1 ώρα περίπου. Του γεννήθηκε, δειλά αρχικά, η ιδέα να το "κόψει" με τα πόδια που λέμε. Και έτσι ξεκίνησε να περπατά. Όσο προχωρούσε στη βραδινή Αθήνα, τόσο η επιθυμία του να συνεχίσει αυξανόταν και μαζί με αυτή και η ευχαρίστησή του για το εγχείρημά του αυτό. Συνειδητοποίησε το πόσο του είχε λείψει το περπάτημα και το πόσο του άρεσε τελικά. Παράλληλα έκανε σκέψεις για την εξάρτησή του από το αυτοκίνητο, αναρωτήθηκε για την έλλειψη άσκησης στη ζωή του και γενικά σκεφτόταν πολύ.

Στα γενικότερα πλαίσια του περπατήματος, συνειρμικά προχώρησε σε προσωπικές σκέψεις, σε σκέψεις γύρω από μια αίσθηση ότι είναι περαστικός. Περαστικός από τη ζωή, από καταστάσεις, από ανθρώπους. Μια αίσθηση ότι δεν στέκεται πουθενά και ότι πρέπει να προχωρήσει, να ψάξει, να αναζητήσει! Να μη σταματήσει να δε φτάσει στο τέρμα. Ποιο το τέρμα; Ούτε ο ίδιος δε γνωρίζει. Αυτό που γνωρίζει είναι πως θέλει να κάνει το πέρασμά του, πιστεύοντας ότι στην άκρη κάτι καλό υπάρχει. Στην τελική είναι διατεθειμένος να κάνει το πέρασμά του, γιατί αν δεν το κάνει θα το μετανιώνει μια ζωή.

Το περπάτημα συνεχιζόταν και μαζί με αυτό η παραγωγική διαδικασία τη σκέψης του. Αποφασίζει, λοιπόν, εκείνη την ώρα να δημιουργήσει ένα blog με το όνομα perastikos. Όσο τα βήματα εναλλάσσονται τόσο ζυμώνεται μέσα του η υλοποίηση της ιδέας. Χωρίς να το συνειδητοποιήσει, 1 ώρα μετά φτάνει στο σπίτι του. Εκεί στην πόρτα του σπιτιού του, με το κλειδί στο χέρι γελά, αναλογιζόμενος το μέγεθος της διαδρομής. Πρωτόγνωρη εμπειρία για αυτόν και μια εμπειρία που του άλλαξε πρίσμα στις αποστάσεις και το περπάτημα.

Μπαίνει στο σπίτι και ανοίγει τον υπολογιστή. Συνδέεται στο διαδίκτυο και μπαίνει στο site του blogger. Είναι 3 βήματα μακριά από τη δημιουργία του blog του.

Δημιουργεί λογαριασμό αρχικά. Ώρα να ονομάσει το blog του: {perastikos}

Δεν υπάρχει διαθεσιμότητα αυτού του ονόματος!!

"Δεν υπάρχει;" Ξαφνιάζεται ...

Γαμώ το, σκέφτεται. "Ποιος παπάρας χρησιμοποιεί αυτό το όνομα; Αυτό το όνομα που με αντιπροσωπεύει πλήρως, που η έμπνευσή του συνδέεται με μια πολύ όμορφη συγκυρία, που τελικά η γέννησή του με κινητοποίησε να δημιουργήσω το πολυπόθητο και πολλά αναβλητικό blog.!!"

Address: www.perastikos.blogspot.com

"Για να δούμε .."

Κάπως έτσι έγινε η πρώτη επαφή με τον blogger περαστικό! Άρχισε να διαβάζει post του .. από τα πρώτα του μέχρι τα τελευταία του. Τα διάβασε σχεδόν όλα, τα ρούφηξε με τόσο ενδιαφέρον που όταν πλέον σήκωσε το βλέμμα από την οθόνη συνειδητοποίησε ότι είχε ξημερώσει. Ανακάθισε στην καρέκλα του, έστριψε ένα τσιγάρο και έγειρε πίσω.

"Τι σου είναι η ζωή"!! αναρωτήθηκε.

Μέσα από μια περίεργη αλληλουχία σκέψεων, ανακάλυψε έναν άνθρωπο, ο οποίος τον άγγιξε βαθύτατα. Είδε πολλές πτυχές του εαυτού του σε αυτόν, βάδισε σε γνώριμα μονοπάτια, θαύμασε την καλλιτεχνική φύση, ενθουσιάστηκε από τη χρήση μιας ιδιότυπης καθαρεύουσας, όχι ξύλινης, αλλά τόσο αρμονικά και φυσικά χρησιμοποιούμενης.

Δεν τον απασχολούσε πλέον η μη διαθεσιμότητα του ονόματος {περαστικός} και η μη δυνατότητα χρησιμοποίησής του από τον ίδιο. Αντιθέτως χάρηκε ειλικρινά που το συγκεκριμένο όνομα (που τόσο λάτρεψε) δεν είχε επιλεγεί τυχαία και χρησιμοποιηθεί άστοχα από κάποιον blogger. Δεν θα μπορούσε να "κρύβεται" καταλληλότερος άνθρωπος πίσω από το συγκεκριμένο όνομα, ίσως καταλληλότερος και από τον εαυτό του τον ίδιο.

Από εκείνη την ημέρα έγινε φανατικός του αναγνώστης!

Μπορεί το blog να μην το έφτιαξε, αλλά άρχισε να περπατάει .. μόνος ... περαστικός!

Υ.Γ. Επισκεφθείτε το site του {περαστικού}, νομίζω θα το βρείτε ενδιαφέρον!

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2006

Εδώ Πολυτεχνείο

Ένα παλιό διαφημιστικό έλεγε: "Για πιάσε Μελωδία" ..
Έτσι κι εγώ σήμερα έπιασα Μελωδία στους 99,2 μεγακύκλους των FM ..

Ο σκοπός είναι να ακούσω το αφιέρωμα στο "πολιτικό τραγούδι" που έχει σήμερα, με αφορμή την 33η επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Με το που ανοίγω λοιπόν το ραδιόφωνο ακούω:


Σαν τον αητό φτερούγαγε στη στράτα
τον καμαρών' η γειτονιάστα παραθύρια
με χαμηλά τα μαύρα του τα μάτια
λεβέντης εροβόλαγε.

Στα μάτια του ένα σύννεφο
μες στη καρδιά του σίδερο.
Κυλάει το αίμα, σκέπασε τον ήλιο
και ο χάρος εροβόλαγε.

Σφαλούν τα μάτια και οι καρδιές
σφαλούν τα παραθύρια
μετά χυμάει ο χάροντας καβάλα
και κείνος χαμογέλαγε.

Ποιος κατεβαίνει σήμερα στον Άδη;
Ποιον κουβεντιάζ' η γειτονιά και ανανταριάζει;
Γιατί βουβαίνονται βουνά και κάμποι;
Λεβέντης εροβόλαγε.

Η τρίχα κάγκελο! Πόσες θύμισες ξαφνικά ... και μη βιαστείτε να βγάλετε το συμπέρασμα ότι ζούσα την περίοδο της εξέγερσης. Άλλες μνήμες κατέκλυσαν το μυαλό μου. Σχολικές εορτές! Εορτές στις οποίες συμμετείχα σχεδόν πάντα, είτε απαγγέλλοντας κάποιο ποίημα, είτε τραγουδώντας στη χορωδία, είτε παίζοντας αρμόνιο στην ορχήστρα. Από όλες τις σχολικές εορτές, η συγκεκριμένη της 17η Νοεμβρίου ήταν η αγαπημένη μου.
Δεν ξέρω γιατί αλλά η ημέρα εκείνη μου προκαλούσε και συνεχίζει να μου προκαλεί (δεδομένων ερεθισμάτων) ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση. Από κοριτσάκι άκουγα τον πατέρα μου να περιγράφει την προσωπική του εμπειρία από το Πολυτεχνείο. Φοιτητής τότε μας έλεγε (σε μένα και την αδερφή μου) πώς ήταν όταν βρισκόταν κλεισμένος και αυτός μέσα στο Πολυτεχνείο, πώς πήδηξε τα κάγκελα όταν μπήκε το τανκ, πώς τους κυνήγησαν οι μπάτσοι και πώς κατάφερε να χαθεί μέσα στα στενά της γύρω περιοχής.
Αυτή η ιστορία με στιγμάτισε, ίσως σε τέτοιο βαθμό, ώστε σε κάθε επέτειο, ζητούσα να μας την ξαναδιηγείται. Παράλληλα έβλεπα όλες τις εκπομπές που εξιστορούσαν τα γεγονότα της εποχής. Τραγούδια λοιπόν, σαν αυτά που ακούω σήμερα από τον Μελωδία με συγκινούν πολύ και με ανατριχιάζουν στην κυριολεξία.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα ισχυρά συναισθήματα που μου δημιουργήθηκαν όταν πήγα για 1η φορά στην πορεία του Πολυτεχνείου, πρωτοετής φοιτήτρια ούσα ... του Πολυτεχνείου !?

ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ αίματα με πορφύρωσαν
Και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε
Οξειδώθηκα μες στη νοτιά των ανθρώπων
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο

Στ' ανοιχτά του πέλαγου με καρτέρεσαν
Με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε
Αμαρτία μου να 'χα κι εγώ μιαν αγάπη
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο

Τον Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε
Τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου
Την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο

Κι από τότε γύρισαν καταπάνω μου
Των αιώνων όργητες ξεφωνίζοντας
"Ο που σ' είδε, στο αίμα να ζει και στην πέτρα"
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο

Της πατρίδας μου πάλι ομοιώθηκα
Μες στις πέτρες άνθισα και μεγάλωσα
Των φονιάδων το αίμα με φως ξεπληρώνω
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο

Η γνωστή ανατριχίλα πάλι ..
Συλλογίζομαι πόσο διαφορετικές ήσαν εκείνες οι εποχές, οι τόσο χρονικά κοντινές, μα οι τόσο κοινωνικά μακρινές!! Εποχές όπου υπήρχε ζωντανό πνεύμα, ατίθαση ψυχή, όνειρα, οράματα, διάθεση για αγώνα, για αντίσταση, ομαδικότητα, συντροφικότητα..
Δεν θέλω να είμαι μηδενίστρια, να κατακρίνω και να αφορίζω τις σημερινές συνθήκες. Απλά τα παραπάνω χαρακτηριστικά νομίζω ότι σήμερα έχουν ατονήσει.
Τα μεγάλα βιοποριστικά προβλήματα (ανεργία, ακρίβεια), η έλλειψη προτύπων, το κυνήγι του πλούτου με θεμιτά και αθέμιτα μέσα και γενικά οι σημερινές κοινωνικές συνθήκες, έχουν οδηγήσει σε μια παραίτηση, αποχαύνωση και στασιμότητα.
Και τελικά; Δε νομίζω ότι έχουν στερήσει ονείρων και ελπίδων τους ανθρώπους (δεν τολμώ να καταλήξω σε αυτό το δυσοίωνο συμπέρασμα). Έχουν απογυμνώσει τους σημερινούς ανθρώπους από την διάθεση την όρεξη, την έμπνευση, το κίνητρο για δραστηριοποίηση, για αλλαγή, για ανατροπή!
Επίκαιρο όσο ποτέ το μήνυμα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου εεε;

'Ηταν πρωί τ' Αυγούστου, κοντά στη ροδαυγή
βγήκα να πάρω αγέρα στην ανθισμένη γη.
Βλέπω μια κόρη, κλαίει, σπαρακτικά θρηνεί,
σπάσε καρδιά μου εχάθη το γελαστό παιδί.

Είχεν αντρειά και θάρρος κι αιώνια θα θρηνώ,
το πηδηχτό του βήμα το γέλιο το γλυκό.
Ανάθεμα την ώρα , κατάρα τη στιγμή
σκοτώσαν οι εχθροί μας το γελαστό παιδί.

Ω! να 'ταν σκοτωμένο στου αρχηγού το πλάι
και μόνο από βόλι Εγγλέζου να 'χε πάει
κι από απεργία πείνας μέσα στη φυλακή
θα 'ταν τιμή μου που 'χασα το γελαστό παιδί.

Βασιλικιά μου αγάπη, μ' αγάπη θα στο λέω
για τ' ότι έκανες αιώνια θα σε κλαίω
γιατί όλους τους εχθρούς μας θα ξέκανες εσύ.
Δόξα τιμή στο αξέχαστο γελαστό παιδί.

Βασιλικιά μου αγάπη, μ' αγάπη θα στο λέω
για τ' ότι έκανες αιώνια θα σε κλαίω
γιατί όλους τους εχθρούς μας θα ξέκανες εσύ.
Δόξα τιμή στο αξέχαστο γελαστό παιδί.

Γιατί όλους τους εχθρούς μας θα ξέκανες εσύ.
Δόξα τιμή στο αξέχαστο γελαστό παιδί .

Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2006

Ιταλο-γαλλική Ριβιέρα (Μέρος VI) και τελευταίο


Τετάρτη 1/11


Ξημέρωσε μια ηλιόλουστη ημέρα στο πλοίο επάνω.
Οι χώροι του πλοίου, άρχιζαν σιγά σιγά να παίρνουν ζωή.
Οι καφετιέρες στα μπαρ, να λειτουργούν.
Τα ντεσιμπέλ να αυξάνονται.
Οι εικόνες στεριάς στα αριστερά να πληθαίνουν.
Το σήμα στα από μέρες νεκρά κινητά να επανέρχεται.
Η ζωή γενικά στο νυχτερινά νεκρό καράβι να ανασταίνεται.
Κάπως έτσι ξύπνησα κι εγώ και εντάχθηκα γρήγορα στο πολύβουο "ναυτικό" μελίσσι. Όπως σε κάθε μου ταξίδι, εκδρομή, απόδραση, έτσι και εκείνη τη μέρα, η επιστροφή λειτούργησε καταλυτικά μέσα μου, προσδίδοντας μια περίεργη ψυχολογία.
Ναι, επέστρεφα από ένα κουραστικό μα συνάμα γεμάτο εικόνες κι εμπειρίες ταξίδι, το οποίο έβαινε στο τέλος του. Είχε περάσει πια στην ιστορία της ζωής μου και ήταν η ώρα να το αξιολογήσω πριν το κλείσω στο συρταράκι της ντουλάπας στο πίσω μέρος του μνημονικού μου. Σε μια κουπαστή σκαρφαλωμένη, με το θαλασσινό αγέρι να ανακατώνει τα μαλλιά, με τα μάτια δακρυσμένα από την πίεση του αέρα και με τα πλοκάμια του μυαλού να προσπαθούν να αδράξουν μία μία την μνήμες των τελευταίων ημερών και να τις τοποθετήσουν σε μια σειρά, συνέταξα το ιστορικό του ταξιδιού μου.
Ήταν μια εκδρομή η οποία ξεκινούσε με πολύ λιγότερο ενθουσιασμό από μία αντίστοιχη με φίλους και παρέες συνομήλικες. Αποδείχθηκε αληθινός ο φόβος την έλλειψης παρέας στην ίδια ηλικία. Υπήρχε όμως η αδερφή μου, με την οποία μιας και ζει στη Θεσσαλονίκη, έχουμε ελάχιστες αφορμές για συνεύρεση. Ήταν μια καλή λοιπόν ευκαιρία αναζωπύρωσης της σχέσης μας.
Το κλίμα στις ομαδικές εκδρομές, είναι σίγουρα περίεργο, καθώς είναι δύσκολο να συγκαιραστούν οι επιθυμίες όλων. Όταν μάλιστα υπάρχουν και ορισμένοι δίχως την απαιτούμενη υπομονή και υπαναχώρηση, το αποτέλεσμα είναι οι γκρίνιες και οι διαξιφισμοί. Δεν έχει όμως και αυτό την πλάκα του στην τελική; Παρατηρείς πώς φέρονται οι άνθρωποι γύρω σου και τους θέτεις ως παραδείγματα προς αποφυγή.
Να μη ξεχάσω το ηλικιωμένο ζευγαράκι που "αρωμάτισε" την ατμόσφαιρα στο πούλμαν, ούτε και την Πέπη που υμνούσε σε κάθε αφορμή τον έρωτά της για την Ιταλία. Ευχαριστώ πολύ, επειδή χάρη σε αυτούς δεν θα γελούσα τώρα με αυτές τις αναμνήσεις.
Το μελανότερο κομμάτι ίσως της εκδρομής, το φαγητό στο ξενοδοχείο, ήταν πράγματι σκληρό να το ζεις. Τώρα καταφέρνω να γελάω, κρατάω στην άκρη του μυαλού μου ότι ίσως η γαλλική κουζίνα να μη μου πηγαίνει (θα πρέπει να ξαναδοκιμάσω) και απλά σήμερα διασκεδάζω με την ατυχία αυτή.
Γενικά, λοιπόν, σκεφτόμενη και με μεγαλύτερη ψυχραιμία, θα πω πως ήταν μια ενδιαφέρουσα εκδρομή, με επισκέψεις σε μέρη άγνωστα προς εμέ ως εκείνη τη στιγμή και μέρη που μπορεί να μην ξαναεπισκεπτώ ποτέ στη ζωή μου. Επίσης ήταν μια εκδρομή που είχε οικογενειακά σμιξίματα, ατυχίες και απρόοπτα με τραγελαφικό χαρακτήρα και τελικά μια απόδραση από την καθημερινότητα και τη ρουτίνα.
Αααα για να μην ξεχνάμε και την ευγενική προσφορά της μαμάς στο ταξίδι αυτό, η οποία ως άλλος χορηγός πλήρωσε τα ναύλα της εκδρομής!
Συντροφιά με αυτές τις σκέψεις λοιπόν, φτάσαμε στην Πάτρα (επιτέλους ελληνικό έδαφος!! μόνο που δεν έσκυψα το χώμα να φιλήσω). Πήραμε τα πούλμαν για Αθήνα.
Κάπως έτσι, σε ένα ταξί μέσα, με ελαφρύ ψιλόβροχο έξω και τις ψιχάλες στο τζάμι να παραμορφώνουν τις εικόνες της βραδινής Αθήνας, μέσα από πολύχρωμες αυταπάτες και τρικ του ματιού, τελείωσε και αυτό μου το ταξίδι!
Περιμένω με αγωνία το επόμενο!!

Ευχαριστώ που συν-ταξιδέψατε μαζί μου!!!

Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2006

Ιταλο-γαλλική Ριβιέρα (Μέρος V)


Τρίτη 30/10

Πολύ βάρβαρο το πρωινό ξύπνημα .. πόσο μάλλον όταν αυτό συμβαίνει 4:30 π.μ. Τέτοια ώρα περίπου ξυπνήσαμε και σαν νυσταγμένοι, πεινασμένοι κατάδικοι του Νταχάου, με τα σακίδια στους ώμους, αποχαιρετήσαμε το ξενοδοχείο. Αυτό το ξενοδοχείο που μας αγκάλιασε με τόση ζεστασιά και μας "χόρτασε" με τις γαστριμαργικές του σπεσιαλιτέ. Παρόλα τα παράπονα, οι υπεύθυνοι του ξενοδοχείου, μας είχαν ετοιμάσει ατομικά πακετάκια πρωινού, να τα πάρουμε μαζί μας στο δρόμο.
Επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν και ξεκινήσαμε τη γνωστή 10ωρη διαδρομή Νίκαια-Ανκώνα. Στο εσωτερικό του πούλμαν, εκείνη τη φορά 2 πολύ θετικές εξελίξεις συνέβησαν: 1ον) το ηλικιωμένο ζευγαράκι έφυγε από πίσω μας και μετατοπίστηκε στα μπροστινά καθίσματα, φλομώνοντας προφανώς τους εκεί επιβάτες και 2ον) λόγω της ώρας επικρατούσε ησυχία (άντε κανένα ροχαλητό που και που, αλλά ούτε γκρίνια ούτε φασαρία_το κοτέτσι μας κοιμόταν).
Προσωπικά, υπό τέτοιες
συνθήκες, δεν κοιμάμαι ποτέ. Μπορεί να νυστάζω, μπορεί να θέλω να ξεκουραστώ, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να χάσω το χάραμα εκείνο στην γαλλο-ιταλική Ριβιέρα. Με τα ακουστικά του cd-player στα αυτιά, τους Metallica να συντροφεύουν το ταξίδι των ματιών μου, τη φωτογραφική ανά χείρας με σκοπό να απαθανατίσω ό,τι τα μάτια μου έβλεπαν, έκανα την προσωπική μου διαδρομή, μέσα σε μελωδίες επιλογής μου και χρώματα .. επιλογή της φύσης.
Κάπως έτσι η ώρα πήγε 8:00 π.μ. και κάναμε την 1η μας στάση, αφενός για τουαλέτα, αφετέρου για να φάμε το πρωινό μας στα ατομικά πακετάκια. Ήταν η πρώτη φορά που δεν χρειάστηκε να πασχίσουμε για να φάμε και επιτέλους υπήρχε η στοιχειώδης ποσότητα φαγητού για τον καθένα μας.
Αναχωρήσαμε μισή ώρα αργότερα. Το κοτέτσι είχε ξυπνήσει και η ησυχία μέσα σε αυτό είχε φύγει ανεπιστρεπτί. Τα ντραμς των Metallica δεν μπορούσαν πλέον να καλύψουν τα κακαρίσματα, οπότε και τους άφησα στην ησυχία τους και παραδόθηκα στη φασαρία μας! Έξω, έχοντας πατήσει Ιταλικό έδαφος πάλι, επικρατούσε μια φοβερή ομίχλη, σα σκηνή από ταινία του Αγγελόπουλου. Μαγευτική, μυστηριώδης, θελκτική!
Μετά από άλλες 2 ώρες κάναμε πάλι στάση και αποφασίσαμε όλοι να ψωνίσουμε ιταλικά προϊόντα (ζυμαρικά, τυριά, αλλαντικά, γλυκά), να λέμε πως πήγαμε και στην Ιταλία. Προσωπικά αγόρασα σοκολατάκια διαφόρων ειδών για φίλους και γνωστούς, αλλά και 2 μεγάλα βάζα
που γράφουν "PASTA", με πολύχρωμα ζυμαρικά, για διακοσμητικά στην κουζίνα (που θα αποχτήσω, μόλις βρω ένα σπίτι να νοικιάσω_τον Γολγοθά αυτό θα σας τον περιγράψω άλλη φορά).
Το ταξίδι συνεχίστηκε, με μουσική στα ηχεία του πούλμαν, η οποία δεν ικανοποιούσε τους μισούς προκαλώντας τσακωμούς με αυτούς που τους άρεσε, με ελληνική ταινία στο dvd, που πάλι άρεσε σε λίγους και σε άλλους όχι, με φωτογραφίες άπειρες μέσα στο κοτέτσι, με την Πέπη να αρπάζει το μικρόφωνο και να συμπληρώνει ο,τιδήποτε είχε ξεχάσει για την ξακουστή, μοναδική και φοβερή ιταλική πραγματικότητα κ.α.
Στην επόμενη στάση, τα ψώνια πληθαίνανε, το μεικτό βάρος του πούλμαν αύξανε και οι σακούλες του καθενός με τα ψώνια πολλαπλασιάζονταν με ρυθμό 2 σακούλες ανά στάση! Σίγουρα προβήκαμε σε υπερβολές και σίγουρα ψωνίσαμε προϊόντα τα οποία υπάρχουν (αν όχι τα ίδια, τουλάχιστον παρόμοια) και στην Ελλάδα. Δε βαριέσαι..
Κάπως έτσι, 100 κιλά βαρύτεροι, φτάσαμε το απογευματάκι στην Ανκώνα. Μιας και είχαμε φτάσει νωρίτερα, ο οδηγός αποφάσισε να μας κάνει ένα tour στην πόλη και μετά να πάμε στο λιμάνι. Δεν ξέρω πως τα καταφέραμε, αλλά χαθήκαμε και ο οδηγός με την Πέπη αγχώθηκαν! Αγχώθηκαν σε τέτοιο βαθμό που και ανάποδα σε ένα δρόμο μπήκαμε και με την όπισθεν ξαναφύγαμε και σε μια κατηφόρα από την οποία δεν μπορούσαμε να βγούμε, γιατί στο τέλος της που ίσιωνε ο δρόμος έβρισκε στο οδόστρωμα το πίσω μέρος του πούλμαν και γενικά γύρω γύρω όλοι στην μέση ο Μανώλης στις πλατείες κάναμε! Παράπονο δεν έχω, την Ανκώνα την είδαμε από την καλή και από την ανάποδη. Μια απορία όμως μου δημιουργήθηκε, η Πέπη η οποία έχει φάει την Ιταλία με το κουτάλι και κυρίως την Ανκώνα, πώς κατάφερε και μας μπέρδεψε, δεν ξέρω!
Κάποια στιγμή, λοιπόν ξεμπλεχτήκαμε και φτάσαμε στο λιμάνι. Μας μοιράστηκαν οι κάρτες των καμπινών μας και επιβιβαστήκαμε στο Superfast. Αφού ξεκίνησε το πλοίο, άνοιξαν και τα καταστήματα με τα duty free, οπότε κλασσικά ψωνίσαμε πάλι! Αχόρταγοι είμαστε, το λέω και ντρέπομαι, αλλά συγνώμη έπρεπε να μην ξεχάσω κανέναν φίλο! Όταν από τα μεγάφωνα ακούστηκε η αναγγελία, ότι τα εστιατόρια άνοιξαν, συνέβη το απίστευτο, αλλά απόλυτα κατανοητό ποδοπάτημα. Όλοι μας πεινασμένοι και τρεφόμενοι με σνακς εδώ και τρεις μέρες, σπεύσαμε να ΦΑΜΕ. Επιτέλους ελληνικό φαγητό, με τη σαλατούλα του, με το ρυζάκι, τις πατατούλες, το κοτοπουλάκι το ψητό, το φρέσκο το ψωμάκι ... άρε Ελλάδα αθάνατη. Αναλογίζομαι ότι δεν θα μπορούσα / δεν θα ήθελα μάλλον, να ζήσω μακριά από την Ελλάδα στερούμενη τη ζωντάνια πρωί, μεσημέρι, βράδυ στις πόλεις και το ελληνικό φαγητό. Μεγάλα λόγια δεν λέω γιατί αύριο δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει .. αλλά νομίζω ότι θα μου ήταν πολύ δυσάρεστο!
Με τις κοιλιές μας να ξεπροβάλλουν κάτω από τις μπλούζες μας, με τις σόδες μας ανά χείρας και με τις μυτούλες κόκκινες από το κρασάκι, χαλαρώσαμε στο σαλόνι, αποφασισμένοι να μην ενοχλήσουμε για κανέναν και για τίποτα τη διαδικασία τη χώνεψής μας. Όταν στανιάραμε λιγουλάκι, το ρίξαμε πάλι στο χαρτάκι (μπιρίμπα) και κέρδισα για ακόμα μία φορά! :-)
Το φινάλε της ημέρας αυτής δόθηκε στη disco του πλοίου, όπου ήπιαμε το ποτάκι μας, κάποιοι χόρεψαν κιόλας και κυρίως χαζεύαμε έναν γραφικό τύπο, ο οποίος ως άλλος Φρεντ Αστέρ (ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε) χόρευε ακατάπαυστα, όλα τα είδη χορού ... με τον ίδιο, μοναδικό τρόπο! Ακόμα και μόνος του πάνω στην πίστα. Το ύφος και το βλέμμα του DJ τα έλεγαν όλα ... τέτοια αποδοχή το πρόγραμμά του. Κατά τις 2:00 αποφασίσαμε να πάμε για ύπνο αφήνοντας προς το παρόν την Αδριατική. Αύριο θα καλωσορίσουμε το Ιόνιο Πέλαγος! Ευτυχώς δεν κουνάει, οπότε τα βλέφαρα που κλείνουν, μάλλον δεν θα ξανανοίξουν ... καληνύχτα!

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2006

Ιταλο-γαλλική Ριβιέρα (Μέρος ΙV)

Δευτέρα 30/10

Ντριν ντριν ντριν...
Ένα χέρι βγαίνει κάτω από τα σκεπάσματα και αφού ρίξει τα μισά πράγματα πάνω στο κομοδίνο, σηκώνει το ακουστικό του τηλεφώνου και το ξαναχώνει κάτω από τα σκεπάσματα. Κατί μεταξύ "ναι", "μμμ", "yes" και "oui" ακούγεται.
Από την άλλη άκρη της γραμμής μια διαπεραστική, χαρωπή και εξαιρετικά πρωινά χαρωπή λέει:
-"BONJOUR, madam, BONJOUR!!!!!" ..
-"Καλημέρα"
Η συνομιλία διακόπτεται.....
Μετά από λίγα λεπτά αααααααα!!! ... τεντώνομαι ... αυτά τα "γαλλικά" κρεβάτια ωραιότατα .. μαλακά,
απαλά, βυθίζεσαι μέσα τους και δεν θες να βγεις από εκεί!! Παρόλα αυτά πρέπει να σηκωθώ .. άιντε μια απόφαση είναι .. πρώτα το ένα ποδαράκι (μπρρρρ .. κρύο) μετά το άλλο, όρθια θέση του κορμού και ...απ απ παντοφλίτσες και ξύπνησα!!!


Κάπως έτσι ξύπνησα εκείνο το τελευταίο πρωινό στη Νίκαια. Λίγο τα κατάλλοιπα του ποτού στον οργανισμό μου από ψες, λίγο η πείνα που ελπίδα να ικανοποιηθεί δεν υπήρχε, δυσκόλεψαν το ξύπνημά μου!
Κατεβήκαμε άλλη μια φορά στην τραπεζαρία για "πρωινό" (λέμε τώρα) και καταφέραμε να βρούμε λίγα ψωμάκια με τυρί και ζαμπόν να φάμε! Τελικά υπάρχει Θεός.
Εκείνη την ημέρα έμελλε να υποστούμε τις επιπτώσεις του γαλλικού φαγητού που «απολαμβάναμε» τόσες ημέρες. Η μητέρα, μια συνάδερφος από το τμήμα της μητέρας πάθανε .. κόψιμο και με το συμπάθιο κιόλας, αλλά πώς να το πω; Μια άλλη κοπέλα την πήγαν στο νοσοκομείο με γαστρεντερίτιδα ... Και αναλογίζομαι τώρα, ή τα δικά μας στομάχια δεν σηκώνουν την εκλεπτυσμένη γαλλική κουζίνα ή η συγκεκριμένη «γαλλική κουζίνα» θα καταλάμβανε εξέχουσα θέση στην εκπομπή του Ευαγγελάτου με τις «Αποκαλύψεις»!

Αφού ανασκουμπωθήκαμε, χεσμένοι και μη, αναχωρήσαμε για την τελευταία μας εκδρομή προς Saint Tropez και Cannes.
Ο καιρός ιδιαίτερα ζεστός και καλοκαιρινός, έτσι για να ταιριάζει το κλίμα με το θέαμα της Κυανούς Ακτής που αντικρίζαμε από τα παράθυρα του πούλμαν. Καθόλη τη διάρκεια της διαδρομής Νίκαια - Σαν Τροπέζ απολαμβάναμε μια παραλιακή βόλτα στην ευρύτερη περιοχή της Κυανούς Ακτής και χαζεύαμε τους ανθρώπους που είχαν κατακλύσει τις παραλίες κάνοντας μπάνιο και ηλιοθεραπεία (ζήλεψα λιγάκι, αισθανόμενη ασφυκτικά κάτω από το μακριμάνικο μπλουζάκι μου). Συναντήσαμε δε και κίνηση λες και Δευτεριάτικα κανένας δεν πήγε στη δουλειά και όλοι προτίμησαν τις παραλίες.
Στο πούλμαν για άλλη μια φορά το θέατρο του παραλόγου: το ζευγαράκι από πίσω μας να κλάνει ακατάπαυστα, οι κότες στη γαλαρία να παραπονιούνται για τις μουσικές επιλογές του οδηγού και για τα παράθυρα της οροφής που ήταν ανοιχτά, οι κότες μπροστά με τον αρχι-κόκορα να φωνάζουν να κάνουμε αναστροφή και να φύγουμε λόγω κίνησης, μιας και δεν θα προλαβαίναμε να πάμε στις Κάννες, η Πέπη (με την εξουσία του μικροφώνου) να προσπαθεί να συγκαιράσει όλες τις επιθυμίες, να αντικρούει παράπονα και να συνεννοηθεί με τα υπόλοιπα 5 πούλμαν .. και .. και άλλα χαριτωμένα! Άρε Ελλαδάρα!! Όπου και αν πας κουβαλάς μαζί σου τις συνήθειες, την «κουλτούρα» και τον «πολιτισμό» σου!!!!
Με την αδερφή μου απλά κοιτιόμαστε και δεν χρειαζόταν να πούμε τίποτα, καταλάβαινα πως και για την ίδια η κατάσταση ήταν ανυπόφορη και προσπαθούσε να την παλέψει. Γυρνάει πλευρό προσπαθώντας να κοιμηθεί μπας και κλείσει έξω από αυτή το αλαλούμ. Προσωπικά (αποφασισμένη να μη χάσω εικόνες και εμπειρίες) συνέχισα να χαζεύω από το παράθυρο, αλλά επιλέγοντας άλλα ακούσματα για τα αυτιά μου ... π.χ. τον Παντελή Θαλασσινό και το τελευταίο του cd «Οι άγγελοι του έρωτα». Δυστυχώς μάταιος κόπος, όσο κι αν οι «άγγελοι» προσπαθούσαν να με κατακλείσουν και να μην αφήσουν χώρο για άλλα ακούσματα, υπήρχε πάντα η «κερκόπορτα» των αυτιών απόπλου τα κακαρίσματα έβρισκαν δίοδο! Όσο το volume κι αν δυνάμωνε!!
Κάποια στιγμή φτάνουμε στο «γραφικό ψαροχώρι του Saint Tropez» και μας αμολούν για 1 ωρίτσα, ίσα ίσα για ένα καφέ. Το Saint Tropez που τόση δημοτικότητα έχει και που ακόμα και σε ελληνικό τραγούδι έχει υμνηθεί, δεν με εντυπωσίασε. Είναι μια παραλιακή κωμόπολη με λιμανάκι για γιοτ και βαρκούλες, όπου γύρω από αυτό υπάρχουν ταβερνούλες, καφετέριες και μαγαζάκια με τουριστικά είδη. Σας θυμίζει κάτι αυτό; Μα φυσικά .. κάθε ελληνικό νησί, με το γραφικό του λιμανάκι και τα μαγαζάκια να το πλαισιώνουν. Ακόμα και οι πλανόδιοι καλλιτέχνες με τους πίνακες, τα πορτρέτα και τις καρικατούρες αποτελούν κοινό σημείο. Πραγματικά νόμιζα ότι βρισκόμουν στον Πόρο ή τις Σπέτσες ας πούμε! Εδώ έχει σπίτι η Μπριζίτ Μπαρντό, αλλά δυστυχώς δεν ήταν εκεί να την επισκεφτούμε για ένα καφεδάκι. Δεύτερη ήττα στο ταξίδι, μετά τον Αλβέρτο του Μονακό και η Μπριζίτ Μπαρντό του Saint Tropez απουσίαζε, οπότε η μητέρα δεν φόρεσε πάλι τα καλά της!!
Αντιλαμβανόμενοι την ομοιότητα, την οποία σαν βίωμα την έχουμε από μικροί εμείς οι έλληνες, έναντι άλλων, αποφασίσαμε να κάτσουμε μετά από μια μικρή βόλτα, να πιούμε ένα καφέ. Ααα εδώ συνέβη το εξής κωμικό: μαζί με τους καφέδες και τις μπύρες, ζητάμε και λίγο νερό (φανταζόμενοι ότι θα μας φέρει ένα μπουκάλι εμφιαλωμένο και όχι κανάτα). Το γκαρσόνι λοιπόν μας φέρνει νερό σε μια κανατούλα, σαν καραφάκι του ούζου, με 2 ψηλόλιγνα ποτηράκια του ούζου!! Αυτό το νερό θα ξεδιψούσε 5 άτομα!!! Γελάγαμε ώρα και πίναμε μια γουλιά ο καθένας κυκλικά!! Μετά από μια ωρίτσα φύγαμε από το Saint Tropez και κατευθυνθήκαμε προς τις Κάννες.
Ως εκείνη τη στιγμή δεν είχαμε ενθουσιαστεί από το μέρος που είχαμε επισκεφτεί και μόλις μπήκαμε στην πόλη των Καννών απογοητευτήκαμε ακόμα περισσότερο. Μια πόλη με τις ψηλές της πολυκατοικίες, την κίνησή της, τη βρωμιά της και όλα αυτά που χαρακτηρίζουν τις μεγαλουπόλεις. Όταν όμως σκάσαμε στην παραλία, όμως, μείναμε με ανοιχτό το στόμα. Μια παραλία γεμάτη φοίνικες, πολυτελή ξενοδοχεία σε κλασσική τεχνοτροπία, το Palais de Festival, μαγαζιά με τους ακριβότερους οίκους μόδας, ακριβά αυτοκίνητα να κυκλοφορούν! Εδώ είμαστε λέω, από το Μόντε Κάρλο στις Κάννες!
Κατεβήκαμε και περιδιαβήκαμε στον παραλιακό αυτό δρόμο και στα μαγαζιά τύπου Chanel, Pierre Cardin, Yves Saint Laurent,……. και πήγαμε στο κτίριο του φεστιβάλ των Καννών το οποίο ήταν περιφραγμένο λόγω έργων, οπότε και δεν υποδέχτηκαν με το κόκκινο χαλί!!! Αρκεστήκαμε να κάνουμε βόλτες από έξω όπου υπάρχουν πλακάκια με τις υπογραφές και τα αποτυπώματα των παλαμών διασήμων ηθοποιών και σκηνοθετών. Κάπου εκεί ανακαλύψαμε και το πλακάκι του Κώστα Γαβρά το οποίο φωτογραφήσαμε να μας «μουντζώνει»! Χα χα ..
Ειδική μνεία πρέπει να γίνει από κάποιον που περιγράφει τις Κάννες, στα πολυτελέστατα ξενοδοχεία που φιλοξενούν τα φτωχαδάκια του πλανήτη! Σε αυτά διαμένουν οι διάσημοι την περίοδο του φεστιβάλ. Είναι πραγματικά εντυπωσιακά και για αυτό φωτογράφησα αρκετά όπως βλέπετε!! Κάπου πιο κάτω βρήκαμε και ένα carousel (δεν σας ανέφερα καθόλου πως carousels συναντούσαμε συχνά πυκνά σε όλα τα μέρη, πώς είναι οι παιδικές χαρές εδώ και το «γύρω-γύρω όλοι»; Έτσι εκεί έχουν τα carousels). Φάγαμε και στα όρθια μια κρέπα, χαζέψαμε τη θάλασσα, βγάλαμε φωτογραφίες ψωνίσαμε και το κάτι τις μας και αναχωρήσαμε! Είναι πάντως εμφανής και αξιοσημείωτη η διαφορά ενδοχώρας και παραλίας των Καννών, από την συμβατότητα της πόλης στη χλίδα του θέρετρου!
Είχε πια σουρουπώσει και επιστρέφαμε στη Νίκαια. Τα πνεύματα είχαν ηρεμήσει (βοηθούσε και η κούραση της ημέρας αλλά και η απογοήτευση για το τι μας περίμενε στο δείπνο).
Φτάσαμε στο ξενοδοχείο, όπου πριν κατεβούμε για φαγητό, μαζέψαμε τα πράγματά μας, κλείσαμε τις ασφυκτικά γεμάτες βαλίτσες (όχι μόνο από προσωπικά πράγματα που σε ακόμα ένα ταξίδι δεν χρησιμοποιήσαμε, αλλά και από τα δώρα και τα ψώνια μας), κάναμε ένα μπάνιο και κατεβήκαμε στην τραπεζαρία.
Το μενού για εκείνη την ημέρα, πλέον δεν μας προξενούσε έκπληξη, αλλά ούτε και ευχαρίστηση. Ωμό ψάρι με κομμάτια ενός άνοστου και πικρού (?) σουφλέ. Φυσικά δεν αγγίξαμε τίποτα, μόνο ψωμί πάλι.
Το τελευταίο μας βράδυ το περάσαμε στο μπαρ του ξενοδοχείου με ποτάκι και ξηρούς καρπούς, με αναμνηστικές φωτογραφίες και γέλια πολλά μιας και η παρέα είχε μεγαλώσει, οπότε και οι πιθανότητες για ευχάριστο κλίμα. Γνωρίσαμε μάλιστα και τον μελαψό Cadim από την Αλγερία (αν θυμάμαι καλά), ο οποίος δούλευε στην τραπεζαρία και το μπαρ του ξενοδοχείου και αποτέλεσε την attraction εκείνη τη βραδιά και την αφορμή για πειράγματα και γέλια. Αλλά επειδή το ξύπνημα την επόμενη ημέρα θα ήταν στις 4:30 π.μ. λόγω απόστασης που έπρεπε να διανύσουμε μέχρι την Ανκώνα πάλι, δεν το πολυξενυχτήσαμε. Κατά τα μεσάνυχτα πήγαμε για ύπνο.
Ένα τελευταίο βλέφαρο από το παράθυρο του δωματίου του αμφιλεγόμενου ξενοδοχείου Park Inn, στη νυχτερινή Νίκαια που μας φιλοξένησε και βουρ στο κρεβάτι... Δεν ξέρω αν σας συμβαίνει ποτέ, αλλά προσωπικά όταν βιώνω έντονες εμπειρίες, έχω την τάση να τις σημαδεύω με τη συνειδητοποίηση της φαινομενικής τους μοναδικότητας. Έτσι όπως και τώρα που κοιτάω για τελευταία από το συγκεκριμένο παράθυρο του συγκεκριμένου ξενοδοχείου, τη Νίκαια, την οποία για τελευταία φορά στη ζωή μου ίσως βλέπω, αισθάνομαι ένα ρίγος, το βάρος της στιγμής ότι αυτό το συγκεκριμένο, μου συμβαίνει ΜΙΑ και ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ φορά στη ζωή μου! Μπορεί η εμπειρία από μόνη της να μη λέει και πολλά, πολλαπλασιασμένη όμως με τον παράγοντα μοναδικότητα, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον! Σε αυτή τη δίνη σκέψεων σας καληνυχτώ ... έχω να ξυπνήσω σε 5 ώρες περίπου!
Καληνύχτα σε όλους εκεί έξω, έξω από το δωμάτιο αυτού του ξενοδοχείου, από τα όρια αυτής της πόλης, από τα σύνορα αυτής της χώρας ...
Φεύγω αύριο αλλά θα το κρατώ όσο μπορώ στη μνήμη μου για την υπόλοιπη ζωή μου ....
Όχου κοιμήσου πια !!!!
Ξεκόλλα !!!!
Αλλάζω πλευρό και κοιμάμαι .... καληνύχτα τα λέμε το πρωί!!!